19η Μαΐου Ημέρα μνήμης για τη γενοκτονία των Ποντίων Ελλήνων

Ι. Η γενοκτονία των Ποντίων ( 1916 ? 1923 ) με 353.000 νεκρούς αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες γενοκτονίες του αιώνα μας.

Τον Φεβρουάριο του 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου, ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, ως Ημέρας Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο μικρασιατικό Πόντο την περίοδο 1916-1923. Η αναγνώριση αυτή, μετά από εβδομήντα έτη καθυστέρηση, ηθικά δικαίωσε τον ποντιακό ελληνισμό και συνέδεσε το σύγχρονο ελληνισμό με την ιστορική του μνήμη.

Η ήττα του 1922, η «νέα τάξη πραγμάτων» που επικράτησε τότε, με την συνενοχή της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδος, περιόρισαν απόλυτα και ουσιαστικά  τα εθνικά και γεωγραφικά όρια του ελληνισμού με ότι τούτο είχε ως αποτέλεσμα στην κοινωνικοοικονομική και πολιτιστική ζωή των Ελλήνων του πόντου αλλά και της Ελλάδας. Ο περιορισμός αυτός εκτός των άλλων έχει και άμεση αντανάκλαση αλλά και οδυνηρή επίπτωση στην ιστορική μνήμη των σύγχρονων Ελλήνων, η οποία κατέστη ελλειμματική.

ΙΙ. Για πολλούς αποτελεί ερώτημα, πώς βρέθηκαν Έλληνες στον Πόντο, αλλά και πώς μπόρεσαν και κράτησαν την Ελληνική γλώσσα όπως αυτή την πρόφεραν σε πολύ μεγάλο ποσοστό τον 7ο αιώνα π.Χ.., μια ιστορία σχεδόν τριών χιλιάδων χρόνων.

Οι  Έλληνες στον Οίνοπα πόντο όχι μόνο διατηρήσαν τη γλώσσα και τη θρησκεία τους, αλλά απέκτησαν  οικονομικά  κυρίαρχη θέση στα αστικά κέντρα της περιοχής τους, επέδειξαν  έναν αξιόλογο δημογραφικό δυναμισμό που τους επέτρεψε να επεκταθούν και στις περιοχές του Καυκάσου και της Κριμαίας, αξιοσημείωτη, σημαντική εκπαιδευτική και πολιτιστική δραστηριότητα. Στην ανάπτυξη αυτή συνέβαλλαν αυτό που από τον αρχαίο κόσμο ήταν γνωστό, τα μεταλλεία της Αργυρούπολης, η διάνοιξη του εμπορικού δρόμου Τραπεζούντας-Ταυρίδας και αργότερα των οικονομικών ανταλλαγών, μέσω θαλάσσης με τα λιμάνια του Ευξείνου Πόντου κυρίως εκείνα της Κριμαίας.

Η οικονομική ανάκαμψη συνδυάστηκε με δημογραφική άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 άτομα, το 1880 σε 330.000 που κατοικούσαν κυρίως στα αστικά κέντρα. Σύμφωνα με υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Οθωμανικών αρχών, ο ποντιακός ελληνισμός που ζούσε στις αρχές του 20ου αιώνα στις περιοχές Σινώπης, Αμάσειας, Τραπεζούντας, Σαμψούντας, Λαζικής, Αργυρούπολης, Σεβάστειας, Τοκάτης, και Νικόπολης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αριθμούσε  περί τα 600.000 άτομα. Παράλληλα στη νότια Ρωσία, στην περιοχή του Καυκάσου, την ίδια εποχή υπήρχαν περίπου 150.000 Πόντιοι, που είχαν μετοικίσει εκεί μετά την Άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς το 1461. Το 1860 υπήρχαν στην περιοχή του Πόντου 100 ελληνικά σχολεία, ενώ μετά την κατάλυση της οθωμανικής κυριαρχίας το 1919 τα σχολεία υπολογίζονταν σε 1401 με 86.000 μαθητές, με πιο φημισμένο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Βέβαια εκτός από τα σχολεία οι Πόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες, και θέατρα, με τα οποία έκαναν αισθητό τόσο το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο, όσο και το εθνικό τους φρόνημα.

ΙΙΙ. Ο ποντιακός ελληνισμός, από την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1461) γνώρισε κατά καιρούς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του.

Η άλωση της Τραπεζούντας από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1461 σήμαινε μεν για τον Ελληνισμό του Πόντου την απώλεια της ανεξαρτησίας του,  όχι όμως και την ελληνική  συνείδηση και εθνική του υπόσταση.
Στις 19 Μαΐου, με την αποβίβαση του Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα (με την υποστήριξη των Άγγλων), αρχίζει η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας.
Στις 29 Μαΐου 1919, ο Μουσταφά Κεμάλ κάλεσε τον Τοπάλ Οσμάν σε μυστική συνάντηση στην πόλη Χάβζα της Αμισού και ως ο νέος αρχηγός του τουρκικού κράτους, να του δώσει εξουσιοδότηση-νομιμοποίηση, χρήμα και όπλα για να τελειώνει μια για πάντα με τους Ρωμιούς του Πόντου. Δυστυχώς το ελληνικό κράτος δεν μπόρεσε να κατανοήσει την δυναμική που είχε ο ποντιακός αγώνας. Καμιά βοήθεια δεν απεστάλη στους Έλληνες αντάρτες του Πόντου την στιγμή που ο Κεμάλ Πασάς έστελνε κατά των Ποντίων ανταρτών την 3η στρατιά του τουρκικού στρατού. Στον Πειραιά φορτώθηκε ένα πλοίο με όπλα και πυρομαχικά για να αποσταλεί στην Αμισσό, το οποίο όμως δεν ξεκίνησε ποτέ. Υπολογίζεται ότι συνολικά λόγω αυτών των μέτρων έχασαν τη ζωή τους 350.000 Πόντιοι.

Η Γενοκτονία και ο Ξεριζωμός των Ελλήνων, από μια περιοχή στην οποία ο Ελληνισμός είχε συνεχή και λαμπρή παρουσία 2.800 ετών, ολοκληρώθηκε το 1924, όταν αποχώρησε και ο τελευταίος Έλληνας του Πόντου, με βάση τις συμφωνίες Ανταλλαγής των Πληθυσμών, του 1923. Να σημειωθεί ότι πέραν των άλλων ο Έλληνας πρόξενος, στην τελευταία σελίδα του Προξενείου της Τραπεζούντας, έγραφε: «αφήνουμε πίσω μας εκατό χιλιάδες εξισλαμισμένους Έλληνες».

ΙV. Με τη γενοκτονία  του ποντιακού ελληνισμού, η ιστορία των Ελλήνων του Πόντου μετά από τρεις χιλιάδες χρόνια σταμάτησε βίαια.

Το 1922-24, η Ελληνική κυβέρνηση μετά την σκληρή ήττα του 22, υποχρεώθηκε να συμφωνήσει  με τον   Κεμάλ Ατατούρκ, για την ανταλλαγή των πληθυσμών .

Η 19η Μαΐου είναι ημέρα μνήμης της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού.

Η Ελληνική Βουλή μετά από 71 χρόνια στις 24 Φεβρουαρίου 1994 αποφάσισε την αναγνώριση, έστω και αργά, της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Στους  Έλληνες δεν θα σβήσει ποτέ από την ψυχή τους ούτε ο Οίνοπας πόντος μα ούτε και πόντιος Έλλην.

Δημήτριος Π. Παναγιωτόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Δικηγόρος

Από admin